Η Ελλάδα είναι μια χώρα που έχει μείνει αρκετά πίσω στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος. Ως εκ τούτου, ενήργησε καθυστερημένα και στη θεσμοθέτηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων. Από το 1977, υπήρξαν μερικές αναφορές σε ορισμένους νόμους, αλλά η πρώτη ουσιαστική νομοθέτηση πραγματοποιήθηκε το 1986 με τον Νόμο 1650/86 για την προστασία του περιβάλλοντος, με τον οποίο εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία με την Οδηγία 85/337, ειδικότερα σε ότι αφορά έργα και δραστηριότητες. Έκτοτε, ψηφίστηκαν διάφοροι νόμοι και εκδόθηκαν αρκετές υπουργικές αποφάσεις (ΥΑ), οι οποίες εξειδίκευαν σχετικά με την περιβαλλοντική αδειοδότηση θέματα.

Σύμφωνα με αυτό το πρώτο νομικό πλαίσιο, τα έργα και οι δραστηριότητες κατατάσσονταν σε 3 Κατηγορίες (Α, Β και Γ) ανάλογα με τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον. Οι δύο πρώτες Κατηγορίες είχαν και Υποκατηγορίες (Α1, Α2, Β3 και Β4). Για τα έργα των Κατηγοριών Α και Β απαιτούνταν η εκπόνηση Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και σε αρκετές περιπτώσεις και η εκπόνηση Προμελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΠΠΕ). Για τα έργα της Κατηγορίας Γ απαιτούνταν η εκπόνηση μια απλής Περιβαλλοντικής Δήλωσης.

Το 2011, με τον Ν. 4014/2011, κωδικοποιήθηκαν εκ νέου οι διαδικασίες της περιβαλλοντικής αδειοδότησης έργων και δραστηριοτήτων. Με τον νέο Νόμο καταργήθηκε η Κατηγορία Γ και απέμειναν οι Κατηγορίες Α1, Α2 και η ενιαία πλέον Β. Για τα έργα και τις δραστηριότητες της Κατηγορίας Β καταργήθηκε η υποχρέωση εκπόνησης ΜΠΕ και υπόκεινται πλέον στη διαδικασία υπαγωγής σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ). Για τα έργα και τις δραστηριότητες της Κατηγορίας Α εκδίδεται Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) και συντάσσεται ΜΠΕ. Τα έργα και οι δραστηριότητες της Υποκατηγορίας Α1 αδειοδοτούνται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), της Υποκατηγορίας Α2 από την αρμόδια Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και της Κατηγορίας Β από την Υπηρεσία που εκδίδει την άδεια λειτουργίας ή την αρμόδια Υπηρεσία Περιβάλλοντος της Περιφέρειας.

Με την ΥΑ 1958/2012 (αλλά και πολλές μετέπειτα τροποποιήσεις της, με κυριότερη την 37674/2016) επαναπροσδιορίστηκε η κατάταξη των έργων και δραστηριοτήτων ανάλογα με το είδος τους και σύμφωνα με τον Ν. 4014/11. Έτσι, δημιουργήθηκαν 12 ομάδες έργων και δραστηριοτήτων και ανάλογα με το είδος τους και σύμφωνα με κάποια κριτήρια, τα έργα και οι δραστηριότητες κατατάσσονται σε μια από τις Κατηγορίες Α1, Α2 ή Β ή ακόμη και απαλλάσσονται από περιβαλλοντική αδειοδότηση. Επιπρόσθετα, με τον Ν. 4042/2012 καθορίστηκε η προστασία του περιβάλλοντος μέσω του ποινικού δικαίου. Μέχρι το 2018, ακολούθησαν αρκετά νομοθετήματα με βάση τα οποία εξειδικεύτηκαν  πολλά θέματα που θίγονταν στον Ν. 4014/11.

Τέλος, φτάσαμε στο 2020, οπότε με τον Ν. 4685/2020 (εκσυγχρονισμός της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του ΕΚ) και συγκεκριμένα με το Κεφάλαιο Α (τα 9 πρώτα άρθρα του Νόμου) πραγματοποιήθηκαν μερικές τροποποιήσεις στον Ν. 4014/11. Πιο συγκεκριμένα, αυξήθηκε η διάρκεια ισχύος της ΑΕΠΟ, θεσπίστηκαν μικρότερες προθεσμίες για την αποπεράτωση των διαδικασιών έκδοσης ΑΕΠΟ και ρυθμίστηκαν ορισμένα θέματα που αφορούν κυρίως το μητρώο αξιολογητών ΜΠΕ, το μητρώο Περιβαλλοντικών Ελεγκτών και το Ηλεκτρονικό Περιβαλλοντικό Μητρώο.

Απ’ όλα τα παραπάνω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι έχουν γίνει αρκετές ενέργειες τις τελευταίες δεκαετίες για τη θεσμοθέτηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης στην Ελλάδα. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη πάρα πολλά προβλήματα κατά τη διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Μπορεί με τον τελευταίο Ν. 4685/2020 να έγινε μια προσπάθεια “απλοποίησης” της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, αλλά αυτή θα βοηθήσει ελάχιστα στην ουσιαστική απλοποίηση της. Η γραφειοκρατία του δημοσίου θα συνεχίσει να λειτουργεί εις βάρος της αδειοδότησης, κυρίως λόγω της ασαφούς και δαιδαλώδους νομοθεσίας και της υποστελέχωσης των αδειοδοτουσών αρχών. Και το χειρότερο είναι ότι μερικές φορές η επιτάχυνση των διαδικασιών με τον τρόπο που έγινε μέσω του νέου Νόμου, και σε συνδυασμό με τους παραπάνω λόγους, θα οδηγήσει σε ελλιπή προστασία του περιβάλλοντος.

Πηγές: Ν. 1650/1986, Ν. 4014/2011ΥΑ 1958/2012, Ν. 4042/2012, 4685/2020koutsomili.wordpress.com

Μηνάς Μήνογλου
Διπλ. Μηχανικός Περιβάλλοντος, M.Sc.

Αφήστε μια απάντηση